Ο Π.Περρωτής μας διηγείται πως πρωτογνώρισε τον Ιδρυτή, το 1919



Τον Αύγουστο του 1919 είχα νικήσει <<νίκην πρώτην εις τον δρόμον και εις το άλμα>> στους αγώνας παίδων του Εθνικού Γυμναστικού Συλλόγου. Δεν σας είναι δύσκολο να καταλάβετε την χαρά και την υπερηφάνειά μου. 3,49 εις μήκος, και τα 80 μέτρα δεν ξέρω σε πόσα δευτερόλεπτα (απλούστατα γιατί δεν υπήρχε χρονόμετρο) ασφαλώς όμως σε κανένα εξαιρετικό (!) χρόνο άνοιγαν εμπρός μου ένα δρόμο που δεν μπορούσε παρά να με οδηγήσει να γίνω ένας Padock (ο τότε ολυμπιονίκης ταχυτήτων). Και τα μυαλά μου φουσκωμένα από τη νίκη και τον αντίλαλο των ολυμπιακών αγώνων που ή μόλις είχαν γίνει, ή επρόκειτο να γίνουν για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο, μ’ έκαναν να φαντάζομαι ότι αν όχι στους προσεχείς (θα ήμουν ακόμη νήπιον) τουλάχιστον όμως στους μεταπροσεχείς, ο κότινος θα εστεφάνωνε το μετωπό μου.
Το 3,49 είναι βέβαια σπουδαίο ρεκόρ αλλά πόσο άραγε πηδούσε ο πρωταθλητής του κόσμου (ένας αράπης νομίζω και τότε) που τόσο γρήγορα θ’ αντιμετώπιζα; Αυτό θα μπορούσα να πληροφορηθώ από ένα βιβλιαράκι που μόλις είχε τυπώσει ο Σ.Ε.Γ.Α.Σ. με όλα τα ρεκόρ του κόσμου. Τρέχω λοιπόν στον κ. Φέτση, τότε διευθυντή του Εθνικού Γυμναστηρίου, και του ζητώ ένα από αυτά τα βιβλιαράκια. << Δεν έχω, μου λέει, αλλά πήγαινε Νίκης 11 στον κ. Μ.Μίνδλερ, Πρόεδρο του Σ.Ε.Γ.Α.Σ. και γύρεψέ του εκ μέρους μου ένα, θα σου δώσει>>.
΄Οταν έχει κανείς νικήσει <<νίκην πρώτην>> εις τα 80 μέτρα, βάζει εύκολα τα πόδια του στον ώμο. Και ως που να πείτε αμήν έτρεχα κιόλας κατά την οδόν Νίκης. Εδώ αρχίζει η μεγάλη περιπέτεια και η βαρειά μου αμαρτία.
Σεις οι τωρινοί δεν προφθάσατε τα γραφεία της οδού Νίκης. ΄Ηταν ένα παλιό τριόροφο σπίτι στη γωνία της οδού Μητροπόλεως. Τώρα πάει κι’ αυτό. ΄Εγινε πολυκατοικία.
Λαχανιασμένος έφθασα στην πόρτα. Μια μπρούτζινη καλογιαλισμένη πινακίδα με την επιγραφή <<Σύνδεσμος Ελληνικών Γυμναστικών και Αθλητικών Σωματείων>> μ’ έπεισε ότι βρίσκομαι στον καλό δρόμο. Χωρίς να χάσω λεπτό μπαίνω μέσα κι’ αρχίζω ν’ ανεβαίνω μια σκοτεινή στρογγυλή σκάλα. Στο δεύτερο πάτωμα στάθηκα να πάρω αναπνοή. <<Ο κ. Μίνδλερ;>> ρωτώ τον κλητήρα, <<επάνω, μου λέει, στην Ολυμπιακή Επιτροπή>. Συνεχίζω την ανάβαση και φθάνω στο τελευταίο πάτωμα.
Αριστερά ήταν μια μεγάλη ταράτσα. Εκεί ένα πλήθος μαθητευομένων (έτσι ελέγοντο τότε τα Λυκόπουλα), έπαιζαν γύρω από μια κορίνα. Το παιχνίδι διηύθυνε ένας υπαρχηγός χοντρός σαν οκτώ λυκόπουλα μαζί. ΄Ηταν ο Τάσος Αντωνόπουλος. Στάθηκα να χαζέψω μια στιγμή, γρήγορα όμως ξαναθυμήθηκα το βιβλιαράκι και προχώρησα προς το βάθος του διαδρόμου όπου ήσαν τα γραφεία του Συνδέσμου. Χτύπησα την πόρτα που ήταν ένα μαύρο μεγάλο ντουλάπι που καθώς έμαθα αργότερα περιείχε σχοινιά, φανάρια, πυξίδες, σήματα κτλ. Πιο κάτω ακουμπισμένος στο ανοιχτό παράθυρο, το καμάρι του Σώματος ο ενωμοτάρχης Χατζημικές, διηγείτο για εκατοστή φορά πως πληγώθηκε στο Αϊδίνι κουβαλώντας πυρομαχικά στο στρατό μας. Καθισμένος σ’ ένα μεγάλο τραπέζι που ήταν δίπλα, ο ενωμοτάρχης Γ. Αλμπανόπουλος και μερικοί άλλοι τον άκουγαν μ’ ανοιχτό στόμα, ενώ πάρα κάτω ο Κούρτελης καθάριζε κάτι πελώρια μαχαίρια (κάποιο νομίζω σώζεται ακόμη) κι’ άκουγε κ’ αυτός.
<<Ο κ. Μίνδλερ>> ρώτησα δειλά. << Μέσα>> μου απαντά ο Χατζημικές κι’ εξακολούθησε τη διήγησή του. <<Στάσου να σου δείξω>> μου λέει ο Κούρτελης, μπαίνοντας στη διπλανή κάμαρα ήταν λίγο μεγαλύτερη και καλλίτερα επιπλωμένη. Σε δυό καναπέδες δεξιά και αριστερά εκάθηντο καμμιά δεκαριά Πρόσκοποι. Στους τοίχους ήταν κρεμασμένες διάφορες εικόνες και βραβεία. Απέναντι στην πόρτα μια μεγάλη βιβλιοθήκη μ’ ένα πλήθος βιβλία.Ο κ. Μίνδλερ καθισμένος πίσω από ένα μεγάλο γραφείο έγραφε κάτι εκείνη τη στιγμή. Να σας περιγράψω πως ήταν εδώ και δέκα εννέα χρόνια ο Ιδρυτής μας είναι περιττόν. Από τότε δεν άλλαξε καθόλου. ΄Αφησε την πένα του και με ρώτησε με καλωσύνη τι θέλω.
<<΄Ερχομαι, του λέω, εκ μέρους του κ. Φέτση, ο οποίος σας παρακαλεί να μου δώσετε ένα από εκείνα τα βιβλιαράκια που εξέδωσε ο Σύνδεσμος>>. <<Δεν έχω, μου απαντά, αλλά πες στον κ. Φέτση ότι αφού το χρειάζεται του δίνω το δικό μου>>. Και βγάζει από την τσέπη του το περίφημο βιβλιαράκι και μου το δίνει. Κοντοστάθηκα, πήγα να του πω ότι το ήθελα για μένα, αλλά αν με ρωτούσε τι το χρειαζόμουν εντρεπόμουν να του πω ότι επρόκειτο να γίνω ολυμπιονίκης. Χωρίς λοιπόν πολλές συζητήσεις το παίρνω και γίνομαι καπνός. Στη σκάλα στάθηκα πάλι για μιά στιγμή. Αν ο κ. Φέτσης έλεγε στον κ. Μίνδλερ ότι κράτησα το βιβλιαράκι για τον εαυτό μου, τι θα γινόταν; Δεν βαριέσαι είπα μέσα μου, που θα με ξαναδεί αυτό το γεροντάκι;; Και τράβηξα κατά το σπίτι μου.
Θα είχαν περάσει 5-6 μήνες από την ημέρα που εζήτησα από τον Ιδρυτή το περίφημο βιβλιαράκι και είχα σχεδόν ξεχάσει την υπόθεση αυτή όταν ο σημερινός Ακέλας της Αγέλης μας, τότε μαθητευόμενος, μ’ εμύησεν εις τον Προσκοπισμόν. Επρόκειτο λοιπόν μία Πέμπτη να μ’ οδηγήσει στο Σώμα για να εγγραφώ στην 3η Ομάδα Μαθητευομένων. Καθόταν τότε Νίκης 31 και συμφωνήσαμε να περάσω να τον πάρω. Αν θέλετε να καταλάβετε την ανυπομονησία και την συγκίνηση που είχα από το πρωΐ εκείνης της Πέμπτης δεν έχετε παρά να θυμηθείτε την ημέρα που ο καθένας σας γράφτηκε Πρόσκοπος.
<<Πάμε>> μου λέει ο Ακέλας όταν έφθασα σπίτι του και κατεβήκαμε τρέχοντας την οδόν Νίκης. Στα Γραφεία του Σ.Ε.Π. που ήταν όπως σας είπα και αυτά Νίκης 11, ο Ακέλας μπαίνει μέσα. <<Που με πας;>> του λέω. <<Εδώ, μου απαντά, είναι τα Γραφεία>>. Η απαίσια ιστορία με το βιβλιαράκι ξαναγύρισε έξαφνα στο μυαλό μου. Μπα, λέω μέσα μου, τα γραφεία της 3ης Ομάδος θα είναι στο δεύτερο πάτωμα. Με φρίκη όμως βλέπω τον Ακέλα να τραβάει κατά το τρίτο. Και όταν πια τον είδα να διευθύνεται κατά την πόρτα του <<Συνδέσμου των Γυμναστικών και Αθλητικών Σωματείων>> έσπασε η χολή μου και δεν ήθελα να προχωρήσω. <<Τι έπαθες;>> Με ρωτάει ο οδηγός μου. <<Δεν έρχομαι, του απαντώ, μετάνοιωσα>>. <<Είσαι στα καλά σου;>> μου λέει ο Ακέλας και με μια σπρωξιά με βάζει μέσα.
Ο Ιδρυτής ήταν όρθιος και μιλούσε με τον γιό του, υπαρχηγό της 3ης Ομάδος Ναυτοπροσκόπων Γ. Μίνδλερ.
<<Κύριε Γενικέ να ο νέος μαθητευόμενος που σας έλεγα>>.
Εγώ ήμουν λευκός ως σουδάριον. Σκεπτόμουν πως χωρίς άλλο ο γενικός θα γίνει έξω φρενών και θα του πεί: <<Αλέξανδρε φέρνεις στους Μαθητευομένους αυτό το παληόπαιδο που πήρε το βιβλιαράκι μου; Εμείς δεν θέλουμε τέτοια παιδιά στην Ομάδα μας>>. Τα πόδια μου έτρεμαν, παρακαλούσα τον Θεό ν’ ανοίξει η γη να με καταπιεί.
<<Θα είναι καλό παιδί αφού το φέρνεις εσύ Αλέξανδρε>> λέει ο γενικός. Και βλέποντάς με σ’ αυτά τα χάλια και νομίζοντας ότι ωφείλοντο σε συγκίνηση <<Θα περάσεις καλά μαζί μας. Πως σε λένε:>> Κάτι εψέλισα και δεν πίστευα στ’ αυτιά μου. Ο γενικός με λυπήθηκε. <<Πηγαίνετε στη ταράτσα να παίξετε με τους άλλους κι’ έπειτα μου φέρνεις την αίτηση της εγγραφής>>. Παίζοντας με τ’ άλλα Λυκόπουλα στην ταράτσα, συνήλθα κάπως. Αλλά τι τα θέλετε, ο κλονισμός ήταν τόσο μεγάλος που επί δέκα εννά ολόκληρα χρόνια είχα τύψεις. Τώρα που σας εξομολογήθηκα την αμαρτία μου η συνείδησίς μου ξαλάφρωσε ίσως-ίσως και γιατί ελπίζω στη μεγαλόψυχη συγνώμη του καλού μας Ιδρυτού.

Το 1920 και 1928 συμμετέχουν στα JAMBOREE.

Προηγούμενη

Περιεχόμενα
Επόμενη
ΠΡΩΤΗ ΣΥΓΚΙΝΗΣΗ Πρώτη εικοσιπενταετία, 1913 -1938 Διακρίσεις στους Αγώνες της Εκατονταετηρίδος 1821-1921.


(C) Copyright 1913-2002 3η Ο.Α.Ν. Επιτρέπεται η ελεύθερη ανάγνωση από browsers του WWW και παρόμοια προγράμματα. Με την επιφύλαξη κάθε άλλου δικαιώματος.