ΚΕΡΚΥΡΑ


΄Οπου βλαστάει η εληά, κι’ ανθίζει το λεμόνι
και το τραγούδι του ποτέ δεν παύει το αηδόνι.
Στην Κέρκυρά μας, λέγαμε, θα πάμε. Γιατί κι’ όλας την αγαπούσαμε ξεκινώντας. Τώρα, τώρα δεν ξέρουμε με τι ν’ αντικαταστήσουμε το μας. Δεν μπορούμε ναβρούμε τίποτε το πιο αγαπητό κι’ έτσι τ’ αφήνουμε το ίδιο μας που μας θυμίζει τόσα και τόσα. Την είδα πρωΐ πρωΐ, φθάνοντας με το καράβι, να ξυπνά και δεν μπόρεσα τίποτα να πω ίσως γιατ’ ήταν τόσο όμορφη, ίσως γιατ’ ήταν παράξενη και πιο πολύ γιατί δεν πρόφθασα. Μόλις ακούμπησε η άγκυρά μας στη θάλασσα, ακούμπησε κι’ ο Σπύρος μας, συνοδευόμενος από τον τόσο ευγενικό αρχηγό Βιτούρη, το πόδι του στο κατάστρωμα. Βέβαια μια τόσο παληά, καλή γνωριμία μας έδωσε τόση χαρά που μόνο σκέψις για την πόλη δεν μας έμεινε. Κι’ ύστερα τόσοικαινούργιοι φίλοι σαν παληοί γνώριμοι μας υποδέχθηκαν, μας γέμισαν φιλία και μας βοήθησαν που για μια στιγμή τα χάσαμε πραγματικά.Τους ακολουθήσαμε, κι ακολουθώντας τους κάναμε την πρωτη μας γνωριμία μετα στενά καντούνια (δρόμοι), με τις πλατειές τις στράτες, με το ψηλό το κάστρο και προ παντός με τον πιο καθαρό ουρανό και τον πιο ζεστό ήλιο, με τον πιο φιλόξενο λαό που γνωρίσαμε μέχρι τώρα. Απ’ όλες τις φανέστρες (παράθυρα)ξεπρόβαλαν κεφάλια για να μας υποδεχθούν με το χαμόγελο και με ευχές: Σπολαΐτες σου ο ΄Αγιος τζόγια μου (να σε βοηθά ο άγιος χρυσέ μου) μας λέγαν όλες οι γρηούλες με την τόσο μελωδική κερκυρέϊκη προφορά τους.Στην σπιανάδα (πλατεία) ήταν μαζεμένοι όλοι κι’ ετοιμαζόταν για την λιτανεία,αυτή την τόσο τρανή απόδειξη της όμορφιάς κι’ ευγένειας που κλείνει καθένας τους μέσα του, κι’ ανοίγοντάς μας δρόμο για να διαβούμε, μας έδειξαν ακόμαμια φορά τον τρόπο που υποδέχονται τους ξένους τους.
΄Υστερα από μια μικρή ανάπαυση, αφού φάγαμε το πρωϊνό μας που τόσοευγενικά μας ετοίμασαν οι κερκυραίοι, πήγαμε να δούμε την λιτανεία. Μια μακρυά διαδρομή, χωρίς κανένα σύρμα και σχοινί φτιαγμένη, χαραγμένη απότου χρόνου την συνήθεια και τηρημένη από των ανθρώπων την ευγένεια άνοιξε μπροστά μας.Μόλις προφθάσαμε να εγκατασταθούμε κι’ αμέσως φάνηκαν οι πρώτοι αστυνόμοι που άνοιγαν την παρέλαση και πίσω τους ακολουθούσε πλήθος ολόκληρο εμορφιές σε μιαν ατέλειωτη μα τόσο συνεχή και συντονισμένη σειρά. Ακολουθούσεη Σκόλα του Αγίου ανάμεσα σε δυό χρυσά μανουάλια που λάμπαν τόσο όμορφα στον κερκυρέϊκο ήλιο, από πίσω το φλάμπουρό του ανάμεσα σε δύο σειρές μικράκοριτσάκια που με το ομοιόμορφο ντύσιμό τους και πιο πολύ με το τόσο τους συντονισμένο βήμα είχαν μίαν όψη υπέροχη. Από πίσω άλλο φλάμπουρο, το ίδιο μεγαλόπρεπο, το πρακτικό λύκειο, άλλο φλμάμπουρο, η εμπορική σχολή και πίσωτης η φιλαρμονική <<Μάντζαρος>> ντυμένη στην μπλέ στολή της έπαιζε κάτι που θάπρεπε να ήταν πολύ κερκυρέϊκο αφού ήταν τόσο όμορφο. Ακολουθούσε η Σκόλα,το γυμνάσιο αρρένων, η κερκυραϊκή σχολή, ένα φλάμπουρο, η εθνική νεολαία, η άλλη σκόλα ακολουθούμενη από την <<παλαιά Φιλαρμονική>> ντυμένη στην κόκκινή της στολή με τις γιαλιστερές της κάσκες και τα πολύχρωμα λοφία με την ωραίατους μουσική και τα παλιά της μα πάντα ζωντανά μεγαλεία. ΄Επειτα τα τορτσόνια,τόσο περίεργα για μας, τόσο χαρακτηριστικά για την Κέρκυρα, κι’ ο σταυρός, ο κλήρος, ο Μητροπολίτης, ο ΄Αγιος, τορτσόνια που λάμπουν στον ήλιο με τα χρυσά τους επικαλύμματα, ο Επιτάφιος φτιαγμένος με πολλή τέχνη, οι επίσημοι, αστυφύλακες και πίσω πλήθος πιστών βαδίζει με την ίδια συγκίνηση του παληού καιρού που κάτω από τους Ενετούς αναγκαζόταν να βγάζουν τον επιτάφιό τους το Μ. Σάββατο για να μη συμπίπτουν με την ενετική λιτανεία.
΄Ετσι τέλειωσε η λιτανεία μα εμείς για πολύ κοιτάζαμε από κει πούφευγε σαν να θέλαμε να την ξαναφέρωμε πίσω. Στις 11 π.μ. ακριβώς ακούστηκε το κανόνι του φρουρίου κι’ απ’ όλα τα παράθυρα έπεσε μια παληά γλάστρα, ένα παληό τσουκάλι, κάτι εν γένει πήλινο που να μπορεί να κάνει θόρυβο, ενώ συγχρόνως μπροστά στην πόρτα του αρχοντικού σφάζοταν το πασχαλινό αρνί, κι’ ένας σταυρός από το αίμα του γραφόταν στην αυλόπορτα. Μ’ αυτόν τον τρόπο οι Κερκυραίοι διώχνουν τις λύπες της μεγάλης εβδομάδος κι’ αναγγέλουν την ανάσταση του Χριστού. Και τότε ξεχύνονται όλοι στους δρόμους της πόλης για να εκδηλώσουν την χαρά τους και ν’ αγοράσουν τις προμήθειές τους για τον εορτασμό.΄Υστερα κάναμε τόσο πεζές δουλειές, δουλειές που δεν αρμόζουν στην Κέρκυρα, την γη της ομορφιάς και της μουσικής, της ευγένείας και της αγάπης. Κι’ έτσιμας βρήκε το βράδυ με ψώνια, καθαριότητα, τακτοποίηση και μια γρήγορη επίσκεψη στην λέσχη των αδελφών μας που μας περίμεναν οι πιό αληθινές κι’ αυθόρμητες εκδηλώσεις αγάπης και τα πιο πραγματικά δείγματα πλουσίου προσκοπικού πνεύματος.
Το βράδυ στις 12 μας περίμενε η πιο φαντασμαγορική ανάσταση όπου είχαμε μέχρι τώρα δει κι’ ύστερα ο πιο γλυκός ύπνος πούχαμε γνωρίσει μέχρι τώρα γεμάτος όνειρα κι’ ελπίδες για μια κατασκήνωση γεμάτη Κέρκυρα, γεμάτη ομορφιά κι’ απόλαυση. ΄Ετσι τέλειωσε η πρώτη μέρα στην Κέρκυρά μας που τόσο φιλόξενα μας δέχθηκε. Π.

Προηγούμενη

Περιεχόμενα
Επόμενη
Θέρος 1938 Πρώτη εικοσιπενταετία, 1913 -1938 Πρώτη ημερησία εκδρομή εις Μπογιάτι - Γκούριζαν


(C) Copyright 1913-2002 3η Ο.Α.Ν. Επιτρέπεται η ελεύθερη ανάγνωση από browsers του WWW και παρόμοια προγράμματα. Με την επιφύλαξη κάθε άλλου δικαιώματος.